-
1 εἶδος
A that which is seen: form, shape, freq. in Hom., of the human form or figure, esp. abs. in acc. with Adjs., εἶδος ἄριστος, ἀγητός, κακός, Il.3.39,5.787, 10.316;ἀλίγκιος ἀθανάτοισιν Od.8.174
; opp. φρένες, 17.454; opp. βίη, Il.21.316; δευτέρα πεδ' Ἀγιδὼν τὸ εἶ. Alcm.23.58; , etc.; appearance, of a dog, Od.17.308;ὄφιες ποικίλοι τὰ εἴδεα Hdt.3.107
;εἴδεα [τῶν θεῶν] σημήναντες Id.2.53
;γυνὴ τό γ' εἶδος Ar.Th. 267
: hence, periphr. for person, S.El. 1177;τὸ ἐπ' εἴδει καλόν Pl.Smp. 210b
.b esp. of beauty of person, comeliness,εἴδεος ἐπαμμένος Hdt.1.199
;πλούτῳ καὶ εἴδει προφέρων Id.6.127
.c Medic., physique, habit of body, constitution, Hp.Nat.Hom.9, Hum.1: more freq. in pl., Id.Aër.3, al.; εἴδεα εὔχροά τε καὶ ἀνθηρά ib.5.2 generally, shape,σχῆμα καὶ εἶδος Id.Off.3
, cf. Mochl.6, etc.; pattern, of 'figurate' numbers, Arist. Ph. 203a15;ἡ μονὰς εἶδος εἰδῶν τυγχάνει Theol.Ar.4
, cf. 17; decorative pattern or figure, Plu. Them.29 (pl.); of a musical scale,τοῦ διὰ τεσσάρων τρία εἰδη Aristox.Harm.p.74
M. (identified with σχῆμα, ibid.): in pl., shapes, i.e. various kinds of atoms (cf. ἰδέα), Democr. ap. Thphr. Sens.51.b Geom., δύο εἴδη τῷ εἴδει δεδομένα two figures given in species, Euc.Dat.53, etc.; esp. in central conics, rectangle formed by a transverse diameter and the corresponding parameter, Apollon.Perg. Con.1.14,21, al.; also, species of numbers, of the terms in an algebraical expression involving different powers of the unknown quantity, Dioph.Def.11.II form, kind, or nature,τῶν ἀλλέων παιγνιέων τὰ εἴδεα Hdt.1.94
;τὸ εἶ. τῆς νόσου Th.2.50
, etc.; ἐν ἁρμονίας εἴδει εἶναι, γενέσθαι, to be or become like.., Pl.Phd. 91d, cf. Cra. 394d; ὡς ἐν φαρμάκου εἴδει by way of medicine, Id.R. 389b; νόμων ἔχει εἶδος is in the province of law, Arist.Pol. 1286a3; situation, state of things,σκέψασθε ἐν οἵῳ εἴδει.. τοῦτο ἔπραξαν Th.3.62
; plan of action, policy,ἐπὶ εἶδος τρέπεσθαι Id.6.77
, 8.56; ἐπ' ἄλλ' εἶδος τρέπεσθαι take up another line, Ar.Pl. 317; specific notion, meaning, idea,ἂν παρέχῃ τὸ ἓν εἶ. δύο ὀνόματα.., περὶ ἑνὸς εἴδεος δύο ὀνόματα οὐ τὰ αὐτά Aen.Tact.24.1
; department, Hp.VM12 (but also, elementary nature or quality, ib. 15); type, sort,πυρετῶν Id.Epid.3.12
;αὐγῆς Id.Off.3
, etc.: Rhet., style of writing,τὰ εἴδη τῶν λόγων Isoc.13.17
, cf. Arist.Rh.Al. 1441b9 (pl.); later, definite literary form, Men.Rh.init., Procl.Chrest. p.243 W., EM295.52; also, example of a style,ὅλοις εἴδεσι Isoc.15.74
; later, single poem, applied to Pindar's odes by Sch.; also, written statement,ἀναγνωσθέντος εἴδους PAmh.2.65.11
(ii A.D.), cf. PTeb.287.12 (ii A.D.).III class, kind,πᾶν τὸ τῶν πίστεων εἶδος Isoc.15.280
, cf. D.24.192: freq. in Pl., περὶ παντὸς τοῦ εἴδους.. ἐν ᾧ .. Tht. 178a; ἑνὶ εἴδει περιλαβεῖν ib. 148d; εἰς ταὐτὸν ἐμπέπτωκεν εἶδος ib. 205d, etc.; logical species, Sph. 235d;ἓν εἶδος ἀποχωρίζειν Plt. 262e
; τὰς διαφορὰς ὁπόσαιπερ ἐν εἴδεσι κεῖνται, ib. 285b, al., cf. Arist.Metaph. 1057b7, al., Cat. 2b7; as a subdivision of γένος, Id.Rh. 1393a27; ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ γένους πεύκη, εἴδει διαφέρουσα, Dsc.1.69.3 form, opp. matter ([etym.] ὕλη), Id.Ph. 187a18, al., Metaph. 1029a29: hence, formal cause, essence, ib. 1032b1, etc.IV in later Gr., wares of different kinds, goods, POxy.109.1 (iii/iv A.D.), PFay.34.7 (ii A.D.): hence, payments in kind, opp. χρυσίον, Just.Nov.17.8, cf. Cod.Just.1.4.18, al.; spices, Lyd.Mag.3.61; groceries, Anon.post Max.p.120 L.; εἶ. ἰατρικόν drug, Hsch. s.v. νίτρον, cf. Hippiatr.129.54 and v. ἑξάειδος, τετράειδος, τρίειδος; of a chemical reagent, Zos.Alch.p.205 B.
См. также в других словарях:
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Δήλου — Το Μουσείο της Δήλου αποτελεί μοναδικό φαινόμενο. Eίναι ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της Eλλάδας, και όμως βρίσκεται σ’ ένα άγονο και ακατοίκητο νησί. Στο νησί, όπου σήμερα δεν επιτρέπεται η διανυκτέρευση παρά μόνο στους φύλακες του… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… … Dictionary of Greek
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
Λιβύη — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε με ξίφος. Η μνήμη της τιμάται στις 25 Ιουνίου. II Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Έπαφου, βασιλιά της Αιγύπτου. Έπειτα από δεσμό της με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Λέλεγα,… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek